Λίγο πριν ξεκινήσει η περίοδος του Ψυχρού Πολέμου και ενώ η Ευρώπη
προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ΗΠΑ
αποφάσισαν να χρηματοδοτήσουν την ανάκαμψή της.
Ο
αμερικανός Πρόεδρος, Χάρι Τρούμαν, και ο υπουργός Εξωτερικών, Τζωρτζ
Μάρσαλ αποφάσισαν το 1947 να αρχίσουν την χρηματοδότηση.
Με το σχέδιο
Μάρσαλ όπως έμεινε στην ιστορία δόθηκαν πάνω από 13 δισ στην Ευρώπη.
Διαγράφηκε το προπολεμικό χρέος της Γαλλίας και λίγα χρόνια αργότερα
και το Γερμανικό.
Η Ελλάδα και η Τουρκία ήταν
από τους πρώτους παραλήπτες της βοήθειας
ως χώρες που, σύμφωνα με τις ΗΠΑ, κινδεύνευαν άμεσα από την εξάπλωση
του κομμουνισμού.Στην Ελλάδα την διαχείριση της οικονομικής ενίσχυσης ανέλαβε η Αμερικανική Οικονομική Αποστολή που εγκαταστάθηκε στην Αθήνα τον Ιούνιο του 1947.
Ο αρχηγός της αποστολής είχε κάνει ειδική αναφορά στο πρόβλημα της ελληνικής γραφειοκρατίας και στα φαινόμενα διαφθοράς που είχαν ριζώσει για τα καλά στην πολιτική και επιχειρηματική ζωή της χώρας.
Η Αμερικανική Οικονομική Αποστολή υπέδειξε στην ελληνική κυβέρνηση
την λήψη σκληρών μέτρων.
Επέτρεψε την εισαγωγή βασικών αγαθών πρώτης
ανάγκης και προώθησε την έκτακτη φορολόγηση εμπορικών και βιομηχανικών
τάξεων. Τα έργα που ξεκίνησαν ήταν : δρόμοι, λιμάνια, σιδηρόδρομος και
αποκατάσταση της διώρυγας της Κορίνθου.
Για τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης το σχέδιο Μάρσαλ είχε ως εξής
Η οικονομική βοήθεια του σχεδίου Μάρσαλ διαιρέθηκε ανάμεσα στις
συμμετέχουσες χώρες, βασισμένη στο “κατά κεφαλήν” εισόδημα. Περισσότερη
ενίσχυση δόθηκε στις μεγάλες βιομηχανικές δυνάμεις, καθώς επικρατούσε η
άποψη ότι η αποκατάστασή τους ήταν στοιχειώδης για την γενική αναβίωση
της Ευρώπης.
Ακόμη, περισσότερη “κατά κεφαλήν” βοήθεια δόθηκε στους Συμμάχους του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ λιγότερη δόθηκε σε αυτούς που αποτελούσαν τις Δυνάμεις του Άξονα,
ή σε αυτούς που απλώς παρέμειναν ουδέτεροι.
Ο παρακάτω πίνακας δείχνει
την ενίσχυση του σχεδίου Μάρσαλ ανά χώρα και έτος (σε εκατομμύρια
δολάρια) από Το Σχέδιο Μάρσαλ Πενήντα Χρόνια Μετά. Δεν υπάρχει
ξεκάθαρη ομοφωνία όσον αφορά τα ακριβή ποσά, καθώς διάφοροι στοχαστές
διαφωνούν στο ποια ακριβώς στοιχεία της Αμερικανικής βοήθειας εκείνη
την περίοδο, ήταν μέρος του σχεδίου Μάρσαλ.
Χώρα | 1948/49 (εκατομμύρια $) |
1949/50 (εκατομμύρια $) |
1950/51 (εκατομμύρια $) |
Σύνολο (εκατομμύρια $) |
---|---|---|---|---|
Αυστρία | 232 | 166 | 70 | 488 |
Βέλγιο και Λουξεμβούργο | 195 | 222 | 360 | 777 |
Γαλλία | 1085 | 691 | 520 | 2296 |
Γερμανία[1] | 510 | 438 | 500 | 1448 |
Δανία | 103 | 87 | 195 | 385 |
Ελβετία | — | — | 250 | 250 |
Ελλάδα | 175 | 156 | 45 | 366 |
Ηνωμένο Βασίλειο | 1316 | 921 | 1060 | 3297 |
Ιρλανδία | 88 | 45 | — | 133 |
Ισλανδία | 6 | 22 | 15 | 43 |
Ιταλία και Trieste | 594 | 405 | 205 | 1204 |
Νορβηγία | 82 | 90 | 200 | 372 |
Ολλανδία | 471 | 302 | 355 | 1128 |
Πορτογαλία | — | — | 70 | 70 |
Σουηδία | 39 | 48 | 260 | 347 |
Τουρκία | 28 | 59 | 50 | 137
|
Κριτική για το σχέδιο
Οι πρώτοι ιστορικοί του σχεδίου Μάρσαλ το είδαν ως μία ολοκληρωτική
επιτυχία της γενναιοδωρίας των Αμερικανών. Η κριτική όμως του σχεδίου
Μάρσαλ, έγινε δημοφιλής σε ιστορικούς της ρεβιζιονιστικής σχολής, όπως ο
Walter LaFeber, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960 και του 1970.
Υποστήριζαν πώς το σχέδιο ήταν δείγμα του Αμερικανικού οικονομικού
ιμπεριαλισμού και πώς αποτελούσε απόπειρα απόκτησης του ελέγχου της
Δυτικής Ευρώπης, όπως ακριβώς οι Σοβιετικοί ήλεγχαν την Ανατολική. Όντας
κάθε άλλο από γενναιόδωρο, οι κριτικοί του σχεδίου Μάρσαλ, υποστήριξαν
πώς ήταν αποτέλεσμα των γεωπολιτικών στόχων των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο οικονομολόγος Tyler Cowen, παρατήρησε πώς τα κράτη που έλαβαν την
μεγαλύτερη “κατά κεφαλήν” ενίσχυση (Ηνωμένο Βασίλειο, Σουηδία, Ελλάδα)
είδαν τη μικρότερη ανάπτυξη ανάμεσα στα έτη 1947 και 1955, ενώ τα κράτη
που έλαβαν την μικρότερη ενίσχυση (Γερμανία, Αυστρία, Ιταλία)
αναπτύχθηκαν περισσότερο από τα υπόλοιπα. Πρέπει όμως να τονισθεί πως τα
τελευταία ήταν και τα πιο κατεστραμμένα, άρα είχαν και τις μεγαλύτερες
προοπτικές αποκατάστασης.
To 1942 η Επιτροπή Οικονομικής Ανάπτυξης ανέδειξε ένα επιστημονικό
επιτελείο για το ομόλογο τμήμα του Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων.
Οι
ιδρυτές ήταν διευθυντές των βιομηχανιών ατσαλιού και ηλεκτρισμού όπως
και των αυτοκινητοβιομηχανιών της Αμερικής, οι οποίοι όφειλαν το κέρδος
τους στην παραγωγή πολεμικού υλικού.
Αντιμετωπίζοντας μια περίοδο
ειρήνης, φοβήθηκαν πως θα ήταν υποχρεωμένοι να ανταγωνιστούν εταιρίες σε
επίπεδο μιας ελεύθερης αγοράς.
Τα οικονομικά συμφέροντα των εταιριών,
συνέπεσαν με τα πολιτικά συμφέροντα του προέδρου Τρούμαν (τα οποία,
ακόμα λαμβάνουν κριτικές ως τα υπαίτια ενός “μεγάλου κράτους”) και έτσι
δημιουργήθηκε μια συμμαχία μεταξύ κράτους και εταιριών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου